Λίγα λόγια για την ταινία
Ο Ας (Ριζ Άχμεντ), είναι ένας κορυφαίος μεσολαβητής που ειδικεύεται στη διαπραγμάτευση επικερδών συμφωνιών μεταξύ διεφθαρμένων εταιρειών και ατόμων που απειλούν να τις καταστρέψουν. Κρατά την ταυτότητά του μυστική και ακολουθεί πάντα ένα αυστηρό σύνολο κανόνων. Όμως, όταν μια μέρα λαμβάνει ένα μήνυμα από μια πιθανή πελάτισσα (Λίλι Τζέιμς), που χρειάζεται την προστασία του απλώς για να παραμείνει ζωντανή, οι κανόνες αρχίζουν γρήγορα να αλλάζουν.
Ο βραβευμένος με Όσκαρ Ριζ Άχμεντ (Το Φοινικικό Σχέδιο,Sound of Metal) πρωταγωνιστεί δίπλα στη Λίλι Τζέιμς (Pam & Tommy, Darkest Hour) και στον Σαμ Γουόρθινγκτον (Avatar, The Killer) σε αυτό το συναρπαστικό θρίλερ για τη διαφθορά, την εξαπάτηση και τον επικίνδυνο υπόκοσμο της εξουσίας και του χρήματος στη Νέα Υόρκη, σε σκηνοθεσία του καταξιωμένου Ντέιβιντ Μακένζι (Hell or High Water).
Επηρεασμένη από τα εμβληματικά θρίλερ της δεκαετίας του 1970, συμπεριλαμβανομένων των: Η Συνομιλία, Ανθρωποκυνηγητό και Οι τρεις μέρες του Κόνδορα.
Σημείωμα του σκηνοθέτη
Η ταινία Relay είναι ένα θρίλερ γεμάτο αδρεναλίνη που εκτυλίσσεται στη Νέα Υόρκη, απόλυτα επίκαιρη, αλλά με ηχηρές αναφορές στα σπουδαία, παρανοϊκά θρίλερ της δεκαετίας του ‘70. Είναι μια ταινία για έναν περιθωριακό που προσπαθεί να κάνει το σωστό – μία ταινία για τη μοναξιά και το σκληρό, αθόρυβο θάρρος των πληροφοριοδοτών, που αναγκάζονται να αντισταθούν σε ισχυρές και επικίνδυνες δυνάμεις που προσπαθούν να τους φιμώσουν.
Στη δική μας περίπτωση, η ιστορία είναι εντελώς φανταστική, αλλά ελπίζω να αγγίξει μεγαλύτερες αλήθειες, σε έναν κόσμο όπου ο έλεγχος της πληροφορίας και της “αφήγησης” αποτελεί ένα από τα βασικά πεδία μάχης της σύγχρονης κοινωνίας.
Οι πληροφοριοδότες δεν είναι “φυσιολογικοί” άνθρωποι – έτσι τουλάχιστον φαίνεται από την έρευνά μας. Νιώθουν τόσο έντονα την ανάγκη του σωστού και του λάθους, που καταλήγουν σε παράτολμες καταστάσεις, οι οποίες απαιτούν θάρρος πέρα από τις δυνατότητες των περισσότερων από εμάς. Φαίνεται να τους κινεί ένα ηθικό άγχος, και όταν ολοκληρώσουν αυτό που θεωρούν καθήκον τους, σπάνια επαινούνται ή εκτιμώνται – συχνότερα περιθωριοποιούνται και απομονώνονται.
Ο Ας, ο βασικός χαρακτήρας της ταινίας μας, είναι ένας πρώην αποτυχημένος πληροφοριοδότης, που προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια της δικής του απομόνωσης για να ξεκινήσει μια μοναχική εκστρατεία, προστατεύοντας άλλους ανθρώπους που βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνον. Αυτό το κάνει με παρανοϊκή επιμονή, χαμένος και αγχωμένος μέσα στον παλμό της Νέας Υόρκης. Είναι ένα θύμα που προσπαθεί να πολεμήσει για άλλα θύματα – κάποιος που δεν μπορεί πια να κάνει τα στραβά μάτια και που έχει βαθιά αυτά τα δυνατά και μπερδεμένα ηθικά ένστικτα.
Καθώς μία αποστολή ολοκληρώνεται, μια νέα υπόθεση εμφανίζεται για τον Ας. Αυτή τη φορά είναι η Σάρα, μια πανικόβλητη επιστήμονας στον τομέα της βιοτεχνολογίας, η οποία διαθέτει τρομακτικές πληροφορίες για τους πρώην εργοδότες της και δέχεται παρενόχληση από επικίνδυνους εταιρικούς μπράβους. Η Σάρα έχει χάσει το κουράγιο να παλέψει και το μόνο που θέλει είναι να επιστρέψει τα αποδεικτικά στοιχεία και να επιστρέψει στην παλιά της, φυσιολογική ζωή.
Ο Ας, εξαντλημένος και ανήσυχος, ερευνά το προφίλ της και, διστακτικά αλλά ακολουθώντας το ένστικτό του, δέχεται την αποστολή. Η Σάρα πρέπει να αποδεχτεί την ιδιόρρυθμη μέθοδο του Ας για να παραμένει άγνωστος και μη εντοπίσιμος σε μια απόλυτα ανιχνεύσιμη ψηφιακή εποχή. Και όταν το κάνει, οφείλει να ακολουθήσει πιστά τους κανόνες του – αλλιώς εκείνος θα αποχωρήσει.
Αυτοί οι δύο περιθωριακοί χαρακτήρες πρέπει να συνεργαστούν για να εξουδετερώσουν την απειλή και να επιτρέψουν στη Σάρα να ανακτήσει ένα μικρό κομμάτι της παλιάς της ζωής, μακριά από την πόλη, κάπου όπου μπορεί να ξεκινήσει ξανά από την αρχή. Επικοινωνούν μέσω παλιών αλλά ακόμα λειτουργικών μεθόδων σχεδιασμένων για ανθρώπους με προβλήματα ακοής, χωρίς να συναντηθούν ή να ακούσουν ποτέ o ένας τη φωνή του άλλου. Ο Ας αναγνωρίζει την επιθυμία της Σάρας για κανονικότητα, παρόλο που για τον ίδιο αυτό δεν είναι πια εφικτό – η ζωή του έχει ισοπεδωθεί από τις συνέπειες των παλιών του πράξεων και επιλογών.
Καθώς οι εχθροί της Σάρα πλησιάζουν – αποφασισμένοι να κάνουν τα πάντα για να αποκτήσουν όσα χρειάζονται – ξεδιπλώνεται ένα παιχνίδι επιβίωσης, όπου κανείς δεν είναι άξιος εμπιστοσύνης και τα πάντα διακυβεύονται. Πρόκειται για ένα πολιτικό θρίλερ της εποχής μας, όπου ισχυρές εταιρικές δυνάμεις συγκρούονται με μοναχικά άτομα, που σταδιακά αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλο μέσα στις κοινές τους εμπειρίες και χτίζουν δεσμούς. Είναι μια ιστορία για την ευαλωτότητα εκείνων που δεν έχουν δίχτυ ασφαλείας, που πολεμούν ένα σύστημα που επιτίθεται σε οποιοδήποτε πάει ενάντιά του.
Πάντα με τραβούσαν οι περιθωριακοί χαρακτήρες, και ο Ας είναι μια ακραία εκδοχή αυτού. Στόχος μου ήταν να δημιουργήσω μια έξυπνη, πολυσύνθετη ταινία που να είναι διασκεδαστική, συναρπαστική και καθηλωτική.
Λίγα λόγια για το καστ και το σκηνοθέτη
ΡΙΖ ΑΧΜΕΝΤ
Ο Ριζ Άχμεντ είναι ένα διακεκριμένος ηθοποιός, βραβευμένος με Όσκαρ, και επιπλέον ένας πολυτάλαντος δημιουργός, διακρινόμενος για τον μοναδικό του συνδυασμό υποκριτικής, παραγωγής, συγγραφής και μουσικής δημιουργίας. Το 2022, κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας Μικρού Μήκους μαζί με τον σκηνοθέτη Ανίλ Κάρια για την ταινία The Long Goodbye, η οποία συνοδεύει το ομώνυμο κομμάτι από το σόλο άλμπουμ του Άχμεντ, που κυκλοφόρησε το 2020. Η ταινία μικρού μήκους αναδείχθηκε επίσης ως Καλύτερη Βρετανική/Ιρλανδική Ταινία Μικρού Μήκους στα Βραβεία του London Critics’ Circle το 2020, καθώς και Καλύτερη Βρετανική Ταινία Μικρού Μήκους στα Βρετανικά Ανεξάρτητα Βραβεία Κινηματογράφου (BIFA).
Το 2021, ο Άχμεντ ήταν υποψήφιος για Όσκαρ, Χρυσή Σφαίρα και Βραβείο SAG για την ερμηνεία του στον πρωταγωνιστικό ρόλο της ταινίας Sound of Metal. Κέρδισε το βραβείο National Board of Review, το IFP Gotham Award και το Film Independent Spirit Award για Α’ Ανδρικό Ρόλο. Η ταινία, σε σκηνοθεσία Ντάριους Μάρντερ, ακολουθεί την πορεία ενός επαγγελματία ντράμερ που χάνει ξαφνικά την ακοή του. Η πρώτη της προβολή έγινε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο το 2019, αποσπώντας καταπληκτικές κριτικές για την ερμηνεία του Άχμεντ, γεγονός που οδήγησε στην αγορά της ταινίας από την Amazon Films.
Ο Άχμεντ έγινε ένας από τους πιο περιζήτητους ηθοποιούς του Χόλυγουντ μετά τη θριαμβευτική επιτυχία της μίνι σειράς του HBO The Night Of (σε σενάριο και δημιουργία του θρυλικού Στίβεν Ζάιλιαν), για την οποία κέρδισε το βραβείο Emmy και ήταν υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα και SAG Award.
Στο παρελθόν, έχει συμμετάσχει σε ταινίες όπως: Rogue One: A Star Wars Story της Disney, Οι Αδελφοί Σίστερς του Ζακ Οντιάρ, Venom της Sony/Marvel και Encounter των Amazon Studios.
ΛΙΛΙ ΤΖΕΪΜΣ
Η Λίλι Τζέιμς είναι μία από τις πιο δημοφιλείς Βρετανίδες ηθοποιούς της εποχής μας. Έχει ξεχωρίσει στον κινηματογραφικό και θεατρικό κόσμο με τις ερμηνείες της σε μια σειρά από εμβληματικούς ρόλους, όπως η ‘Σταχτοπούτα’, η ‘Νατάσα Ροστόβα’ και η ‘Ιουλιέτα’.
Ο ρόλος που ανέδειξε την Λίλι Τζέιμς στον κινηματογράφο ήταν η παγκόσμια επιτυχία της Disney Cinderella, σε σκηνοθεσία Κένεθ Μπράνα, η οποία απέσπασε πολλά βραβεία. Η Τζέιμς έλαβε ιδιαίτερη προσοχή για τη μαγευτική της ερμηνεία ως η εμβληματική ηρωίδα της Disney. Στην ταινία συμμετείχαν επίσης η Κέιτ Μπλάνσετ στον ρόλο της κακιάς ‘Μητριάς’ και ο Ρίτσαρντ Μάντεν ως ο ‘Πρίγκιπας’.
Tο 2016 η Λίλι ανέλαβε τον πολυσυζητημένο ρόλο της ‘Νατάσα Ροστόβα’ στη μίνι σειρά War & Peace του BBC, αποσπώντας καταπληκτικές κριτικές.
Το 2017, η Τζέιμς συμμετείχε στο βραβευμένο δράμα Darkest Hour, με θέμα τον Ουίνστον Τσώρτσιλ, όπου ο Γκάρι Όλντμαν ενσάρκωσε τον ρόλο του ‘Τσώρτσιλ’. Η Τζέιμς υποδύθηκε την προσωπική γραμματέα του Πρωθυπουργού, Ελίζαμπεθ Νελ, δίπλα στον Όλντμαν, τον Μπεν Μέντελσον και την Κρίστιν Σκοτ Τόμας.
Το 2018, η Τζέιμς πρωταγωνίστησε στην καλοκαιρινή επιτυχία Mamma Mia: Here We Go Again! δίπλα στη Μέριλ Στριπ, την Αμάντα Σέιφριντ, τον Τζέρεμι Ιρβάιν, τον Ντόμινικ Κούπερ και τον Πιρς Μπρόσναν.
Η Τζέιμς έχει επίσης πρωταγωνιστήσει στην ταινία Baby Driver του Έντγκαρ Ράιτ, υποδυόμενη την ‘Ντέμπορα’, την κοπέλα του μουσικόφιλου οδηγού διαφυγής ‘Baby’, τον οποίο ερμήνευσε ο Άνσελ Έλγκορτ. Η ανατρεπτική αυτή ταινία ληστείας είχε επίσης στους πρωταγωνιστικούς ρόλους τον Τζέιμι Φοξ και τον Τζον Χαμ.
ΣΑΜ ΓΟΥΟΡΘΙΝΓΚΤΟΝ
Ιδιαίτερα γνωστός για τον πρωταγωνιστικό του ρόλο ως ‘Τζέικ Σάλι’ στις ταινίες Avatar και Avatar: The Way of Water του Τζέιμς Κάμερον (2 από τις 3 πιο εμπορικές ταινίες όλων των εποχών), ο Γουόρθινγκτον πρωταγωνίστησε πρόσφατα δίπλα στον Κέβιν Χαρτ στην ταινία Lift του Φ. Γκάρι Γκρέι για το Netflix.
Άλλες συμμετοχές του περιλαμβάνουν την υποψήφια για Όσκαρ Αντιρρησίας Συνείδησης με τον Άντριου Γκάρφιλντ, την ταινία Fractured του Μπραντ Άντερσον, την ταινία Αναζητώντας την Αλήθεια, καθώς και τις ταινίες Έβερεστ, Cake, Το Χρέος, Η Τιτανομαχία και την Somersault της Κέιτ Σόρτλαντ, για την οποία κέρδισε το Βραβείο AFI (το αυστραλιανό αντίστοιχο των Όσκαρ) για ‘Καλύτερο Α’ Ανδρικό Ρόλο’.
Ο Γουόρθινγκτον πρωταγωνίστησε ως ‘Ρον Λάφερτι’ στη μίνι σειρά του FX Under the Banner of Heaven, η οποία ήταν υποψήφια για το Βραβείο Critics Choice στην κατηγορία ‘Best Limited Series’. Η σειρά είχε ως εκτελεστικούς παραγωγούς, μεταξύ άλλων, τους Ντάστιν Λανς Μπλακ, Ρον Χάουαρντ, Μπράιαν Γκρέιζερ και Τζέισον Μπέιτμαν. Επίσης, συμπρωταγωνίστησε με τον Πολ Μπέτανι στην πολυσυζητημένη μίνι σειρά Manhunt:Unabomber.
ΝΤΕΙΒΙΝΤ ΜΑΚΕΝΖΙ
Ο Ντέιβιντ Μακένζι είναι Σκωτσέζος σεναριογράφος/σκηνοθέτης και ιδρυτικό μέλος της Sigma Films. Έγραψε και σκηνοθέτησε την ταινία Young Adam με τους Γιούαν ΜακΓκρέγκορ και Τίλντα Σουίντον. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο τμήμα Un Certain Regard των Καννών το 2003, προβλήθηκε στο Telluride, και κέρδισε 4 βραβεία BAFTA Scotland και 4 υποψηφιότητες στα BIFA (British Independent Film Awards).
Οι επόμενες ταινίες του περιλαμβάνουν την Asylum, με τους Νατάσα Ρίτσαρντσον και Ίαν ΜακΚέλεν, και την Hallam Foe με τον Τζέιμι Μπελ, το οποίο κέρδισε την Αργυρή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 2007. Ακολούθησε η ταινία Η Αίσθηση του Έρωτα, που έκανε πρεμιέρα στο Sundance το 2011 και τον επανένωσε με τον ΜακΓκρέγκορ, έχοντας ως συμπρωταγωνίστρια την Εύα Γκριν. Η ταινία απέσπασε βραβεία σε διάφορα φεστιβάλ ανά τον κόσμο.
Η επόμενη σκηνοθετική του δουλειά ήταν η ταινία Γροθιές στους Τοίχους, που έκανε πρεμιέρα στο Telluride το 2013, με πρωταγωνιστές τους Τζακ Ο’Κόνελ και Μπεν Μέντελσον. Η ταινία κέρδισε πολλά βραβεία BAFTA Scotland και απέσπασε οκτώ υποψηφιότητες στα BIFA, ανάμεσά τους και μία νίκη για τον Μέντελσον.
Το 2016, ο Mackenzie σκηνοθέτησε το Hell of High Water – ένα σύγχρονο γουέστερν με τους Κρις Πάιν, Μπεν Φόστερ και Τζεφ Μπρίτζες – το οποίο έκανε πρεμιέρα στο Un Certain Regard, σημείωσε εμπορική επιτυχία και ήταν υποψήφιο για τέσσερα Όσκαρ το 2017, συμπεριλαμβανομένου και αυτού της Καλύτερης Ταινίας.
Η ιστορική επική του παραγωγή Outlaw King (Επικηρυγμένος Βασιλιάς) έκανε πρεμιέρα στο Τορόντο το 2018 και στη συνέχεια κυκλοφόρησε στο Netflix. Με πρωταγωνιστή τον Κρις Πάιν στον ρόλο του θρυλικού βασιλιά των Σκωτσέζων, Ροβέρτου Μπρους, παραμένει η μεγαλύτερη παραγωγή που έχει γυριστεί εξ ολοκλήρου στη Σκωτία. Στις πρώτες τέσσερις εβδομάδες προβολής της, η ταινία είχε κοινό άνω των 500.000 θεατών.
ΠΗΓΗ: Digital Life
Δείτε το πλήρες άρθρο εδώ.