O αντίκτυπος της τεχνητής νοημοσύνης στην απασχόληση δείχνει να είναι πλέον μετρήσιμος, καθώς από θεωρητικό μετατρέπεται σε πραγματικό. Σύμφωνα με τα στοιχεία που φέρνει στο φως μελέτη του Πανεπιστημίου Στάνφορντ ο φόβος για τις επιπτώσεις από την τεχνητή νοημοσύνη στην εργασία είναι πλέον πραγματικός και πολύ μεγαλύτερος, ειδικότερα για τους μη εξειδικευμένους εργαζόμενους.
Αξιοποιώντας επίσημα δεδομένα μισθοδοσίας, οι ερευνητές τους Στάνφορντ διαπίστωσαν ότι η απασχόληση για εργαζόμενους 22 έως 25 ετών, και σε δουλειές που επηρεάζονται από την ΤΝ, έχει μειωθεί κατά 16% από τα τέλη του 2022. Η μείωση αυτή αφορά κυρίως θέσεις όπως η ανάπτυξη λογισμικού και η υποστήριξη πελατών.
Όπως επισημαίνει ο οικονομολόγος, καθηγητής του Στάνφορντ, Έρικ Βμπρίγιολφσον, «υπάρχουν σίγουρα στοιχεία ότι η τεχνητή νοημοσύνη αρχίζει να έχει μεγάλο αντίκτυπο».
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία εργαζόμενοι και όσοι εργάζονται σε άλλους τομείς δεν βλέπουν κάποιο μετρήσιμο πλήγμα στις προοπτικές εργασίας.
Ο καθηγητής Βμπρίγιολφσον ειρηνεύει το γεγονός αυτό και εξηγεί πως πιθανότατα αυτό να οφείλεται στο ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να αποδώσει σε θέσεις που λύνουν πρακτικά ζητήματα. Κάνει δουλειές που δεν απαιτούν εμπειρία. Ό,τι δηλαδή και οι μόλις αποφοιτήσαντες από τα κολέγια και τα πανεπιστήμια.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, «οι περισσότεροι εργαζόμενοι ανώτερου επιπέδου έχουν περισσότερες “σιωπηρές” γνώσεις, γνωρίζουν “κόλπα” του επαγγέλματος που ίσως να μην καταγραφούν ποτέ. Αυτά είναι τα πράγματα που η τεχνητή νοημοσύνη δεν έχει καταφέρει να μάθει, τουλάχιστον όχι ακόμα».
Ωστόσο, το ζήτημα είναι πολύ σοβαρό. Ακόμη και αν αυξάνεται, ή έστω παραμένει σταθερή, η ζήτηση για έμπειρους εργαζόμενους, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να έχει κάνει ήδη ζημιά. Πώς θα βρεθεί η επόμενη γενιά έμπειρων εργαζομένων αν σήμερα δεν υπάρχει χώρος για τους ανειδίκευτους;
Ο καθηγητής Βμπρίγιολφσον υποστηρίζει ότι πρέπει η ίδια η αγορά εργασίας να προσαρμοστεί και να μελετηθούν τρόποι «ώστε όλοι να έχουν την ευκαιρία να αποκτήσουν επαγγελματική σταδιοδρομία». Διότι, αυτήν τη στιγμή, οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να αγωνίζονται να αποκομίσουν οριζόντια οφέλη από την τεχνητή νοημοσύνη. Τα περισσότερα από αυτά συγκεντρώνονται σε μερικές κατηγορίες εργασίας, όπως ο προγραμματισμός και η εξυπηρέτηση πελατών.
Ο αντίκτυπος της τεχνητής νοημοσύνης σε συγκεκριμένους τύπους εργασίας
Οι ερευνητές προσπάθησαν να δουν ποιοι είναι οι παράγοντες που οδηγούν στη μείωση των προσλήψεων ανειδίκευτων εργαζομένων. Όταν αρχικά εξέτασαν τα δεδομένα συνολικά, δεν φαινόταν ότι η τεχνητή νοημοσύνη είχε μεγάλο συνολικό αντίκτυπο στις θέσεις εργασίας. Όταν όμως άρχισαν να εξετάζουν συγκεκριμένους τύπους εργασίας και το επίπεδο εμπειρίας των εργαζομένων, ο αντίκτυπος ήταν απολύτως σαφής.
Στην έρευνά της η ομάδα προσπάθησε επίσης να αποκλείσει άλλες αιτίες, όπως οι αλλαγές στις πολιτικές τηλεργασίας και η κυκλική φύση του τεχνολογικού κλάδου. «Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα, αλλά φαίνεται ότι η τεχνητή νοημοσύνη βρίσκεται πίσω από αυτές τις μεγάλες αλλαγές», αναφέρουν.
Επιπλέον, σύμφωνα με τον καθηγητή Βμπρίγιολφσον, υπάρχει μεγάλη διαφορά στον αντίκτυπο στις θέσεις εργασίας με βάση τον τρόπο με τον οποίο οι εταιρείες αναπτύσσουν τη νέα αυτή τεχνολογία.
Δηλαδή, όσοι επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία για να ενισχύσουν το ανθρώπινο εργατικό δυναμικό τους, προσλαμβάνουν περισσότερους. Αυτοί όμως που επιδιώκουν η τεχνητή νοημοσύνη να αντικαταστήσει τους ανθρώπους, προσλαμβάνουν λιγότερους.
Διαβάστε επίσης: Μετά την ενέργεια, η λειψυδρία αναδεικνύεται σε νέα απειλή για τα data centers
ΠΗΓΗ: Digital Life
Δείτε το πλήρες άρθρο εδώ.