Table of Contents
ΒΕΡΟΛΙΝΟ, Ανταπόκριση Ειρήνη Αναστασοπούλου
Πιο δραματική δεν θα μπορούσε να ήταν η καταχώριση στην εφημερίδα «Welt»: «Αγαπητή ανταγωνιστικότητα, για πολύ καιρό ήμασταν μια ονειρεμένη ομάδα. Ησουν η κινητήρια δύναμη, η υπερηφάνειά μου, η υπόσχεση για το αύριο. Μαζί αναπτύξαμε καινοτομίες, εξασφαλίσαμε θέσεις εργασίας, ευημερία. Αλλά τώρα; Ανάμεσά μας υπάρχουν όλο και περισσότερα εμπόδια: γραφειοκρατία, κόστος, αβεβαιότητα. Αυτό μας στερεί τον αέρα που αναπνέουμε, σκιάζει τα σχέδιά μας για το μέλλον. Σε θέλω πίσω!».
Την έκκληση απόγνωσης απηύθυνε ο Σύνδεσμος Χημικής Βιομηχανίας VCI, η μεγαλύτερη ένωση χημικών και φαρμακευτικών εταιρειών στην Ευρώπη που εκπροσωπεί τα συμφέροντα περίπου 2.300 γερμανικών εταιρειών.
«Το νοκ άουτ πλησιάζει»
Με κύκλο εργασιών 240 δισ. ευρώ το 2024 και πάνω από 560.000 εργαζομένους στη Γερμανία, ο κλάδος αποτελεί έναν από τους ισχυρότερους μοχλούς καινοτομίας και ευημερίας στη Γερμανία και σε ολόκληρο τον κόσμο. Ή, σωστότερα, αποτελούσε. Γιατί σήμερα βρίσκεται σε κρίση. Τα αποτελέσματα του τελευταίου τριμήνου είναι πικρά. Η παραγωγή έμεινε κάτω από το όριο κερδοφορίας, τιμές και πωλήσεις σημείωσαν και πάλι πτώση.
Στον σημαντικό τομέα των εξαγωγών οι προσδοκίες όχι μόνο δεν εκπληρώθηκαν αλλά επιδεινώθηκαν. Σε αγορές εκτός Ευρώπης οι πωλήσεις μειώθηκαν σημαντικά, βελτίωση στον ορίζοντα δεν διαφαίνεται.
«Η κυβέρνηση γνωρίζει τη σοβαρότητα της κατάστασης αλλά, παρά το ειδικό ταμείο 500 δισ. για την επανεκκίνηση της οικονομίας, δεν διαφαίνεται ανάκαμψη» παραπονιέται ο Βόλφγκανγκ Γκρόσε Εντρουπ, CEO του Συνδέσμου VCI. «Αν δεν γίνει κάτι, η Γερμανία θα συνεχίσει να καταστρέφεται… το νοκ άουτ πλησιάζει».
Ενδεικτική της γενικότερης κατάστασης είναι ωστόσο η κρίση στην αυτοκινητοβιομηχανία, σημαιοφόρος στον εξαγωγικό τομέα της χώρας και κλάδος-συνώνυμο της υψηλής ποιότητας και εμπιστοσύνης στο made in Germany.
Αυτοκινητοβιομηχανία
Σύμφωνα με τη «Handelsblatt», οι γερμανοί κατασκευαστές αυτοκινήτων είχαν φέτος κέρδη προ φόρων και τόκων ύψους 17,8 δισ. ευρώ, όταν πέρυσι ήταν σχεδόν τα διπλάσια. Το τελευταίο διάστημα η μία μετά την άλλη οι εταιρείες περικόπτουν θέσεις εργασίας, η τάση θα συνεχιστεί και του χρόνου. Ο κλάδος ασθμαίνει, ο ανταγωνισμός από την Κίνα αμείλικτος, οι αμερικανικοί δασμοί είναι το κερασάκι στην τούρτα.
Οι γερμανοί υπεύθυνοι δεν έχουν αντιληφθεί ότι το μέλλον της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας ανήκει πλέον στην ηλεκτροκίνηση και ότι η Κίνα αναδεικνύεται σε κυρίαρχο παίκτη.
«Κατάσταση παρόμοια με τη σημερινή δεν έχω ξαναζήσει» λέει ο Μίχαελ Βάζνερ, διευθυντής οικογενειακής επιχείρησης με 380 υπαλλήλους. «Η αυτοκινητοβιομηχανία βρίσκεται υπό πίεση, κάτι που οφείλεται και στους κινητήρες εσωτερικής καύσης» λέει. Εκεί ακριβώς εστιάζεται και το πρόβλημα. Η γερμανική κυβέρνηση θεωρεί λανθασμένη την απόφαση της ΕΕ να απαγορεύσει από το 2035 τον κινητήρα εσωτερικής καύσης και θέλει να την ανατρέψει οδηγώντας τον κλάδο στα βράχια.
«Δεν είναι επενδύσεις»
Και ο καγκελάριος; Υποσχέθηκε ευημερία «από το καλοκαίρι κιόλας» καταγγέλλοντας τον Σοσιαλδημοκράτη Ολαφ Σολτς ως «υδραυλικό της εξουσίας» και τον Πράσινο Ρόμπερτ Χάμπεκ ως «συγγραφέα παιδικών βιβλίων». Καλλιέργησε προσδοκίες για καινοτομία, υποσχέθηκε ένα φθινόπωρο διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, επιτάχυνση της ανταγωνιστικότητας, αύξηση των θέσεων εργασίας, μείωση της γραφειοκρατίας, ψηφιοποίηση. Το φθινόπωρο όμως τελειώνει, ο ρυθμός ανάπτυξης για τρίτη συνεχή χρονιά είναι σχεδόν μηδενικός και οι προοπτικές καθόλου ενθαρρυντικές.
Τους τελευταίους 12 μήνες έχουν χαθεί 160.000 θέσεις εργασίας. Η γραφειοκρατία είναι βαρίδι. Οι επιχειρηματίες χαιρέτισαν την απόφαση του Μερτς για σύσταση υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής για πρώτη φορά στη χώρα. Ο υπουργός Κάρστεν Βίλντμπεργκερ, πρώην CEO της Ceconomy, μητρικής των Saturn και Media Markt, πήρε τα πρώτα μέτρα, αλλά χρειάζεται ακόμη χρόνος.
Προοπτικές άμεσης ανάκαμψης; Οι λεγόμενοι Πέντε Σοφοί της γερμανικής οικονομίας προβλέπουν για το 2026 ανάπτυξη γύρω στο 0,9%. Αλλά «πρόκειται για πρόβλεψη και πρέπει να αντιμετωπιστεί με προσοχή» λέει στο «Βήμα» ο Γενς Μπάστιαν, οικονομικός αναλυτής, σύμβουλος και πρώην μέλος της Task Force της Κομισιόν για την Ελλάδα. «Του χρόνου υπάρχουν πολιτικές αβεβαιότητες σε σχέση με εκλογές σε κάποια κρατίδια. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πώς θα εξελιχθεί ο πόλεμος στην Ουκρανία».
Επιδοτήσεις
Στον προϋπολογισμό του 2026 ο δανεισμός από τα ειδικά ταμεία για επενδύσεις στις ένοπλες δυνάμεις και στις υποδομές θα ξεπεράσει το αστρονομικό ποσό των 180 δισ. ευρώ, αλλά αμφισβητείται η αποτελεσματικότητά τους.
«Γιατί πολλές από τις δαπάνες που περιγράφονται ως επενδύσεις δεν είναι στην πραγματικότητα δαπάνες σε παραγωγικούς τομείς, αλλά συγκαλυμμένες επιδοτήσεις» υποστηρίζει η Εμιλι Χέσλινγκερ, ερευνήτρια του έγκριτου οικονομικού Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου.
«Η μείωση φόρου στη γαστρονομία φέρνει άραγε ανάπτυξη;» επικρίνει την κυβέρνηση και η Μόνικα Σνίτσερ, καθηγήτρια Συγκριτικής Οικονομία στο Πανεπιστήμιο Λούντβιχ Μαξιμίλιαν του Μονάχου και επικεφαλής των Πέντε Σοφών. «Ή η έκπτωση στα αεροπορικά εισιτήρια; Πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί δεν επενδύουμε χρήματα που να επιταχύνουν την ανάπτυξη».
Δυσάρεστες αλήθειες
Αυτό βέβαια έπρεπε να είχε ξεκινήσει επί κυβερνήσεων Μέρκελ. Αλλά αντί σε καιρούς παχέων αγελάδων να γίνουν επενδύσεις στην καινοτομία, σε υποδομές, στην ανταγωνιστικότητα, στην κινητικότητα προτίμησε η πρώην καγκελάριος να ταμπουρωθεί πίσω από τους δογματισμούς του υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και να βάλει τη χώρα της στον αυτόματο. Η υπερεκτιμημένη στο εξωτερικό πολιτικός δεν μπόρεσε να διαβάσει τα μηνύματα που έστελνε ήδη επί της εποχής της η Ρωσία και στάθηκε κατώτερη των προσδοκιών στην ίδια της τη χώρα.
Ο Γενς Μπάστιαν, που κατοικεί πλέον στην Ελλάδα και εργάζεται στο ΕΛΙΑΜΕΠ, υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι, ακόμη και στη Γερμανία, δυσκολεύονται να αποδεχτούν δυσάρεστες αλήθειες. «Η Γερμανία προσπάθησε με το δάχτυλο υψωμένο να διδάξει την Ελλάδα» μας θυμίζει όταν τον συναντήσαμε στο Βερολίνο σε σεμινάριο του Ιδρύματος Επιστήμη και Πολιτική.
«Αλλά αν κοιτάξουμε σήμερα την ελληνική οικονομική ανάπτυξη, τα δημοσιονομικά της, την ψηφιοποίηση, το συνταξιοδοτικό, υπάρχουν σημαντικές βελτιώσεις. Οσο πολιτικά αμφιλεγόμενες κι αν ήταν, όσο επώδυνη η εφαρμογή τους. Η Γερμανία μπορεί να παραδειγματιστεί βλέποντας τι έχει καταφέρει η Ελλάδα τα τελευταία 15 χρόνια, ώστε σήμερα να βρίσκεται σε καλύτερη θέση από ό,τι πριν από μια δεκαετία».
ΠΗΓΗ: ToVima.gr
Δείτε το πλήρες άρθρο εδώ.