Table of Contents
Η ιδέα «έπεσε» στο τραπέζι στις αρχές του 2011. Όταν η χώρα βρισκόταν σε περιδίνηση με καθημερινές διαδηλώσεις όχι μόνο στο κέντρο της Αθήνας, αλλά και σε όλες τις μεγάλες πόλεις, εξαιτίας των μέτρων λιτότητας. Τρεις διδακτορικοί φοιτητές της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, ο Αντώνης Κουρουτάκης, ο Νικόλας Κυριακίδης και ο Μιχάλης Ρίσβας, αποφασίζουν να φτιάξουν το Oxygono. Ένα blog το οποίο φιλοξενούσε άρθρα με θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος με απώτερο σκοπό να εξελιχθεί σε μια δεξαμενή σκέψης, που θα εξέφραζε συγκεκριμένη άποψη σε κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα. Ήταν η «μαγιά» του κινήματος «Μένουμε Ευρώπη».
Οι εξελίξεις στην Ελλάδα «έτρεχαν» και μαζί με αυτές, η σκέψη των τριών φοιτητών και η επιθυμία τους να εμπλουτίσουν τον διαδικτυακό λόγο και να τον εξελίξουν σε μία πιο άμεση και δραστήρια κίνηση. «Καθώς ζούσαμε στην Αγγλία, είχαμε την “πολυτέλεια” να παρακολουθούμε τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα έτσι όπως μεταφέρονταν στο εξωτερικό. Τότε που κάναμε τις συζητήσεις, είχε ξεκινήσει το κίνημα των “Αγανακτισμένων”.
Όταν τέθηκε για πρώτη φορά θέμα εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, νιώθαμε ότι ο κόσμος κινδύνευε να χάσει την κοινή λογική, μπαίνοντας στη “τρέλα” του διχασμού. Αποφασίσαμε να βγούμε στην “πλατεία”, κάνοντας ένα κίνημα που θέλαμε να έχει μία πιο ενωτική, και κυρίως ακομμάτιστη, βάση», λέει στο ΒΗΜΑ ο Αντώνης Κουρουτάκης, καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης και εκ των εμπνευστών του κινήματος «Μένουμε Ευρώπη».
Η ιστορική στήλη του Βήματος στο inbox σου
Γίνε μέλος του καθημερινού newsletter που αποκαλύπτει όσα συμβαίνουν στο πολιτικό παρασκήνιο και απόκτησε πρόσβαση σε αποκλειστικό περιεχόμενο. ΕΓΓΡΑΦΗ
Το όνομα το αποφάσισαν οι τρεις τους, μαζί με έναν φίλο τους ο οποίος εργαζόταν εκείνη την περίοδο στην Αγγλία, τον Παντελή Αϊβαλιώτη. «Είχαμε μια διαδικτυακή συνομιλία και λέγαμε να ονομάσουμε τη δράση “Μένουμε στην Ευρώπη”. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης συμφωνήσαμε στο “Μένουμε Ευρώπη”. Ήταν πιο άμεσο, πιο επικοινωνιακό», θυμάται ο κ. Κουρουτάκης.
Γρήγορα βρήκαν κι άλλους φοιτητές που σπούδαζαν σε Πανεπιστήμια της Ευρώπης (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Σουηδία, Ελλάδα κλπ.), οι οποίοι ναι μεν είχαν διαφορετικές πολιτικές απόψεις, πλην όμως συμφωνούσαν στο εξής: ότι η αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη θα ήταν εθνική καταστροφή.
Το βάπτισμα του πυρός
Η πρώτη συγκέντρωση στην Πλατεία Συντάγματος το 2012 οργανώθηκε κυρίως με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. «Στις διπλές εκλογές του 2012 υπήρχε μια έντονη ρητορική από το τότε κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης για τη κρίση του χρέους με μία οπτική αποκλειστικά πολιτική. Έτσι, αποφασίσαμε να κάνουμε μία συγκέντρωση στο Σύνταγμα μεταξύ των δύο εκλογικών αναμετρήσεων. Θέλαμε να επικοινωνήσουμε ένα μήνυμα που θα ένωνε και δεν θα δίχαζε τον κόσμο, να πούμε ότι ναι μεν αποφασίζουμε για την Ελλάδα, πλην όμως η Ελλάδα είναι στην Ευρώπη και πρέπει να βλέπουμε και την ευρωπαϊκή διάσταση των πραγμάτων – πρόκειται για πολύπλοκο μήνυμα το οποίο κανένας ευρωπαίος πολιτικός δεν έχει καταφέρει να επικοινωνήσει στον λαό του», αναφέρει ο κ. Κουρουτάκης, και συνεχίζει:
«Στην πρώτη μας συγκέντρωση στο Σύνταγμα, με πορεία προς το Ζάππειο (σ.σ. η πορεία προς το Ζάππειο είχε συμβολικό χαρακτήρα διότι εκεί υπεγράφη στις 28 Μαΐου 1979 η Συνθήκη Προσχωρήσεως της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα), ήρθαν εκπρόσωποι πολλών Μέσων Ενημέρωσης, αλλά δυστυχώς και της Χρυσής Αυγής οι οποίοι μας επιτέθηκαν φραστικά. Το χειρότερο όμως, ήταν ότι από την επομένη κιόλας δεχθήκαμε επιθέσεις και από ανθρώπους οι οποίοι μάθαμε εκ των υστέρων ότι πρόσκεινταν στον ΣΥΡΙΖΑ. Τότε συνειδητοποιήσαμε ότι αυτό που θέλαμε να κάνουμε δεν αποτελούσε για όλους κοινή αφετηρία πολιτικού διαλόγου».
Μετά τις εκλογές του ’15
Η πρωτοβουλία «Μένουμε Ευρώπη» διογκώθηκε στην Ελλάδα μετά τις εκλογές του 2015. Οι ανησυχίες σχετικά με μια πιθανή έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη έγιναν εντονότερες, ενεργοποιώντας πολλούς ανθρώπους από διαφορετικό κοινωνικοπολιτικό υπόβαθρο.
«Το “Μένουμε Ευρώπη”, το οποίο προσπαθούσε να επικοινωνήσει το μήνυμα ότι η θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη είναι αδιαπραγμάτευτη, απασχολούσε πολύ τον κόσμο. Μας είχαν προσεγγίσει και στελέχη κομμάτων, προκειμένου να μας πείσουν να αποκτήσουμε μια πιο θεσμική οντότητα, κάτι το οποίο αρνηθήκαμε. Άλλωστε αυτή ήταν η μεγάλη μας ανησυχία: να μην καπηλευθεί το “Μένουμε Ευρώπη” από κάποιο κόμμα και χάσει το νόημα της ύπαρξής του και τον αρχικό του στόχο», αναφέρει, σημειώνοντας ότι αυτό που δεν γνωρίζει ο πολύς κόσμος είναι ότι το «Μένουμε Ευρώπη» ήταν πραγματικά ακομμάτιστο.
«Από το 2012, μέλη του ήταν Έλληνες φοιτητές από όλα τα πανεπιστήμια της Ευρώπης, ανεξαρτήτως πολιτικής ή κομματικής ταυτότητας. Συνυπήρχαν φοιτητές που είχαν πιο συντηρητικές καταβολές με φοιτητές που πίστευαν σε αριστερά κόμματα και σχηματισμούς, οι οποίοι όταν ξεκίνησαν οι έντονες και υπόγειες επιθέσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν άντεξαν την πίεση και αποφάσισαν να αποχωρήσουν. Ανάμεσα σε αυτούς που αποχώρησαν τότε ήταν και ένας συμφοιτητής μας ο οποίος κυνηγήθηκε άσχημα μόνο και μόνο επειδή έκανε άσκηση στην Παγκόσμια Τράπεζα. Έψαχναν και προσπαθούσαν να βρουν οτιδήποτε αφορούσε εμάς ή την οικογένειά μας για να μας εκθέσουν. Βιώσαμε πραγματικά αυτό που λέμε “δολοφονία χαρακτήρα”. Δεχόμασταν καθημερινά απειλητικά μηνύματα και επιθέσεις από τρολ. Μας έλεγαν “δωσίλογους”, “ζώα” που πρέπει να πέσουμε στα τέσσερα ή ότι ήμασταν βολεμένοι στο Δημόσιο. Δεν ήταν δύσκολο κάποιοι να μην αντέξουν όλη αυτή την αναίτια και παράλογη επίθεση, δεδομένου ότι εμείς δεν ήμασταν εναντίον κανενός κόμματος. Υπήρξαν όμως κόμματα, που στράφηκαν εναντίον μας και ωφελήθηκαν από τη δυναμική που είχε αποκτήσει το Facebook, το οποίο δημιούργησε αυτό που λέμε grassroots politics, έδωσε δηλαδή ως πλατφόρμα στη βάση, στον κόσμο, δημόσιο βήμα για να ασκήσει ένα είδος πολιτικής».
Το κίνημα έφθασε στο αποκορύφωμα το 2015, με το δημοψήφισμα. Πυρήνες του «Μένουμε Ευρώπη» δημιουργήθηκαν σε όλη την Ελλάδα, σε κάθε πόλη. «Εμείς που ζούσαμε στο εξωτερικό», θυμάται, «ακούγαμε ότι αν η Ελλάδα δεν υπέγραφε τη δανειακή σύμβαση, δεν μπορούσε να παραμείνει στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση. Κάναμε μια κεντρική σελίδα – event υπέρ του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα που θα ήταν ο ιστότοπος του “Μένουμε Ευρώπη” για την τελική συγκέντρωση στο Καλλιμάρμαρο λίγες μέρες πριν το δημοψήφισμα. Η διαδικτυακή συμμετοχή πήγε καλά. Ωστόσο, ως διαχειριστής της κεντρικής σελίδας, έβλεπα ότι η αντίστοιχη εκδήλωση του ΟΧΙ είχε πολύ μεγαλύτερο παλμό και μαζικότερη συμμετοχή.
Είχαμε ήδη καταλάβει ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα της κάλπης και είχαμε “μουδιάσει”. Γι αυτό τότε κάναμε ένα backup plan, σχεδιάζαμε ένα εναλλακτικό σχέδιο, μπροστά στον κίνδυνο να μετατραπεί η Ελλάδα σε Βενεζουέλα. Τελικά, τίποτα απ΄ όλα αυτά δεν χρειάστηκε, με την περίφημη “κολοτούμπα” της τότε κυβέρνησης και την υπογραφή της δανειακής σύμβασης».
Από τη συγκέντρωση στο Καλλιμάρμαρο λίγες μέρες πριν το δημοψήφισμα
«Ταξιδεύοντας» πίσω 10 χρόνια και με τα όσα συμβαίνουν σε πολιτικό, γεωπολιτικό και οικονομικό επίπεδο παγκοσμίως, ο σημερινός καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης είναι της άποψης ότι το «Μένουμε Ευρώπη», σε μεγάλο βαθμό, δικαιώθηκε. «Κάποια στιγμή είχαμε σκεφτεί να το μετατρέψουμε σε φορέα παραγωγής πολιτικών ιδεών, ένα think tank – μια “δεξαμενή” σκέψης και προβληματισμού, έναν οργανισμό που θα έκανε μελέτες και αναλύσεις. Δεν το κάναμε, δεν πειράζει… Το μόνο που εύχομαι είναι το “Μένουμε Ευρώπη” να μη χρειαστεί να το ξαναχρησιμοποιήσουμε και να μείνει στη μνήμη εκείνης της περιόδου. Αν και πολύ φοβάμαι ότι αν εμφανιστούν στην Ελλάδα ευρωσκεπτικιστές τύπου Όρμπαν (σ.σ. ο Ούγγρος πρωθυπουργός), το “Μένουμε Ευρώπη” θα ξαναγίνει επίκαιρο».
Μία φιλόλογος ανάμεσα σε νομικούς
Η Ιωάννα Φύκαρη, σήμερα καθηγήτρια Γαλλικής Φιλολογίας και από τα ιδρυτικά μέλη του «Μένουμε Ευρώπη», ζούσε στη Γαλλία εκείνη την εποχή. «Με τα περισσότερα παιδιά γνωριζόμασταν ήδη. Θεωρούσαμε ότι αν η Ελλάδα έβγαινε από την Ευρωζώνη, το κόστος που θα πληρώναμε θα ήταν υπέρογκο. Αυτό όμως, που με έκανε να κινητοποιηθώ ήταν ότι έβλεπα κόσμο που δεν γνώριζε ακριβώς τι σημαίνει Ευρώπη».
Σύμφωνα με την κυρία Φύκαρη, το 2012 δεν ήταν απλώς μια δύσκολη χρονιά για την Ελλάδα. Ήταν το σημείο καμπής για μια ολόκληρη γενιά που μεγάλωσε με προσδοκίες και βρέθηκε αντιμέτωπη με την κατάρρευση κάθε βεβαιότητας. Η οικονομική κρίση είχε ήδη διαλύσει κάθε έννοια κανονικότητας. Η ανεργία, η κοινωνική πόλωση και η πολιτική αβεβαιότητα άφηναν ελάχιστο χώρο για όνειρα.
Μια παρέα νέων χωρίς σχέδιο εξουσίας
«Μέσα σε αυτή τη συνθήκη γεννήθηκε, σχεδόν αυθόρμητα, ένα διαφορετικό κύμα. Μια παρέα νέων, χωρίς κομματικές ταυτότητες, χωρίς σχέδιο εξουσίας, ένιωσε την ανάγκη να υψώσει φωνή. Έτσι ξεκίνησε το πρώτο «Μένουμε Ευρώπη»: όχι ως πολιτικό σχήμα, αλλά ως κραυγή αγωνίας και συνάμα ελπίδας», λέει μιλώντας στο ΒΗΜΑ.
Όπως αναφέρει, η επιθυμία τους ήταν απλή αλλά ουσιαστική: να ακουστεί η φωνή των νέων, των ανθρώπων που δεν ήθελαν να δουν τη χώρα να κλείνεται στον εαυτό της, να ορίζει τον «άλλο» ως εχθρό, να αναπαράγει μύθους και παραφιλολογίες για «κακούς ξένους» που «μας επιβουλεύονται».
Βλέπαμε έναν λαό διχασμένο
«Βλέπαμε γύρω μας έναν λαό διχασμένο: από τη μία η οργή που γεννούσε η ανέχεια και από την άλλη η άγνοια που ενίσχυε τον φανατισμό. Ήταν μια διελκυστίνδα ανάμεσα στον λαϊκισμό και τη λογική, ανάμεσα στη μισαλλοδοξία και το ευρωπαϊκό όραμα. Θέλαμε να δείξουμε τι είναι πραγματικά η Ευρώπη: μια ένωση λαών, αξιών, πολιτισμού και συνεργασίας. Δεν αγνοούσαμε τα λάθη της. Αλλά δεν αποδεχόμασταν ότι η λύση θα έρθει αν κλείσουμε την πόρτα στη μόρφωση, στην ελευθερία του λόγου, στην κοινή πρόοδο. Ο ευρωπαϊκός δρόμος ήταν – και παραμένει – ο πιο ρεαλιστικός και ελπιδοφόρος για μια χώρα σαν τη δική μας, που πάσχει περισσότερο από εσωτερικά προβλήματα παρά από εξωτερικές πιέσεις».
Οι προσπάθειες καπήλευσής του
«Μετά το 2015, όταν το «Μένουμε Ευρώπη» έγινε σύνθημα στις πλατείες και στα τηλεοπτικά πάνελ, δεν άργησαν να έρθουν οι προσπάθειες καπήλευσής του. Κόμματα και παρατάξεις έσπευσαν να το εντάξουν στη ρητορική τους. Κι όμως, όσοι ήμασταν εκεί από την αρχή, θυμόμαστε καλά: δεν είχαμε ιδεολογικές ταμπέλες. Είχαμε μόνο το πάθος να διατηρήσουμε ανοιχτό τον ορίζοντα, σε μια χώρα που έκλεινε τις πόρτες της στον κόσμο – αλλά και στον ίδιο της τον εαυτό», θυμάται η κυρία Φύκαρη.
Μια ματιά προς το μέλλον
«Το «Μένουμε Ευρώπη»», τονίζει, «δεν ήταν ποτέ για εμάς ένα πολιτικό στρατόπεδο. Ήταν ένα ματιά προς το μέλλον. Μια ανάγκη να πούμε: δεν αποδεχόμαστε τον φόβο ως οδηγό. Θέλουμε να ζήσουμε, να μορφωθούμε, να ταξιδέψουμε, να δημιουργήσουμε, να μείνουμε εδώ — αλλά με την προοπτική μιας Ελλάδας που ανήκει στην καρδιά της Ευρώπης, όχι στο περιθώριο της Ιστορίας. Και αν σήμερα έχουν αλλάξει πολλά, ένα παραμένει ίδιο: η πίστη μας ότι η συμμετοχή, η παιδεία και η αλληλεγγύη είναι οι μόνες πυξίδες σε έναν κόσμο που συνεχώς αλλάζει».
Περισσότερα από το αφιέρωμα του ΒΗΜΑΤΟΣ «Δημοψήφισμα, 10 χρόνια μετά»
Το χρονικό του δημοψηφίσματος του 2015: Τα γεγονότα που έμειναν στην ιστορία
Γιατί πήγα στη συγκέντρωση του «Ναι»
Πηγή: To Vima