Τις σύνθετες γεωπολιτικές απειλές με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η Ευρώπη απαντάει: «ReArm Europe». Οκτακόσια δισ. ευρώ – ως επί το πλείστον από εθνικά κεφάλαια των κρατών-μελών – πρόκειται να δαπανηθούν για το – αχαρτογράφητο ακόμη σε καίριες παραμέτρους του – φιλόδοξο πρόγραμμα κοινής ευρωπαϊκής στρατηγικής άμυνας που εισηγήθηκε η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στις 4 Μαρτίου 2025, με στόχο την ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της Ευρώπης και τη μείωση των εξαρτήσεων από προμηθευτές εκτός ΕΕ έως το 2030 (εξ ου η δεύτερη ονομασία του project είναι «Readiness 2030» – «Ετοιμότητα 2030»).
Οι φωνές που διαφωνούν εντός της ΕΕ διαβλέπουν «ξήλωμα» του κοινωνικού κράτους, πιθανό δημοσιονομικό εκτροχιασμό, ανάσχεση της πράσινης μετάβασης, ζητήματα «δημοκρατικής εποπτείας» αλλά και«βούτυρο στο ψωμί» της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς.
Προς τι και άλλα όπλα; Ποια είναι η πραγματική απειλή; Δεν αναιρεί την αμυντική αρχιτεκτονική της Ευρώπης η ένταξη σε αυτή μιας χώρας, όπως η Τουρκία, που απειλεί κράτος-μέλος της; Μπορεί, τέλος, η Αθήνα να διεκδικήσει μερίδιο στην «πίτα» της κοινής άμυνας; Ερωτήματα στα οποία απαντούν ο βουλευτής της ΝΔ, καθηγητής Αγγελος Συρίγος, και ο αναλυτής του ΕΛΙΑΜΕΠ, καθηγητής Παναγιώτης Τσάκωνας.
- Στα δύο η ΕΕ για την Αμυνα: Η Τουρκία, το ρήγμα και οι όροι της Ελλάδας
ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΥΡΙΓΟΣ: «Το κύριο ερώτημα που γεννά το πρόγραμμα «ReArm Europe» για την κοινή ευρωπαϊκή άμυνα – από τα 800 δισ. που θα διατεθούν για αυτό τα 180 περίπου θα προέρχονται από προγράμματα της ΕΕ που δεν έχουν εκτελεστεί – είναι ένα: «Ποια είναι η απειλή;»».
Η ιστορική στήλη του Βήματος στο inbox σου
Γίνε μέλος του καθημερινού newsletter που αποκαλύπτει όσα συμβαίνουν στο πολιτικό παρασκήνιο και απόκτησε πρόσβαση σε αποκλειστικό περιεχόμενο. ΕΓΓΡΑΦΗ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ: «Τη συγκεκριμένη ατζέντα της απειλής, που κυριότατα προέρχεται από τη Ρωσία, σε μεγάλο βαθμό την οριοθετούν συγκεκριμένες χώρες της ΕΕ, κυρίως οι βόρειες και γειτονικές της Ρωσίας, και προωθείται θεσμικά από την Υπατη Εκπρόσωπο της Ενωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας Κάγια Κάλας».
Α.Σ.: «Το ενδιαφέρον είναι ότι υπάρχει μια εντελώς διαφορετική αντίληψη για την απειλή μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών. Η Πορτογαλία, η Ισπανία ή το Βέλγιο, λ.χ., είναι χώρες όπου δεν θεωρώ ότι γίνεται αισθητή κάποια απειλή γενικώς, την ώρα που στην Ελλάδα και την Κύπρο η απειλή προέρχεται από την Τουρκία, και στην Πολωνία, στις τρεις βαλτικές δημοκρατίες και στη Ρουμανία αισθάνονται την απειλή από τη Ρωσία».
Π.Τ.: «Η Ρωσία αποτελεί απειλή, αλλά δεν μπορεί να είναι η αποκλειστική. Σε ένα περιβάλλον πολλών κρίσεων, υπάρχουν κι άλλες απειλές και προκλήσεις για την ασφάλεια. Οπως η κλιματική κρίση».
Α.Σ.: «Και το Μεταναστευτικό».
Π.Τ.: «Ζητήματα που διασυνδέονται μεταξύ τους. Σε αυτό το πλαίσιο, χρειάζεται η Ευρώπη να παρέμβει, όχι μόνο σε σχέση με τη Ρωσία. Ουδέν κακό αμιγές καλού, παρ’ όλα αυτά, Αγγελε. Διότι η πρόσληψη της έννοιας της απειλής από τις βαλτικές χώρες, λόγω Ρωσίας, τις έχει βοηθήσει να αντιληφθούν τα πολυετή ελληνικά επιχειρήματα σε σχέση με την απειλή που προέρχεται από τον Νότο. Η σχετική έκθεση του πρώην πρόεδρου της Φινλανδίας Σάουλι Νιινίστο μιλάει όχι μόνο για τη θωράκιση έναντι των απειλών που προέρχονται από τον Βορρά, από τη Ρωσία, στη συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά και από τον Νότο».
Α.Σ.: «Αν ισχύει αυτό, Παναγιώτη, τότε πώς σκεφτόμαστε να εντάξουμε την Τουρκία στην ευρωπαϊκή αμυντική αρχιτεκτονική; Ο Νίκος Δένδιας είπε κάτι σωστό. Θα βάλουμε στο αμυντικό μας σύστημα ένα κράτος που απειλεί ευθέως ένα άλλο κράτος, ένα μέλος της ΕΕ;».
Π.Τ.: «Με την Τουρκία εντός της ευρωπαϊκής άμυνας πώς προσδιορίζεται η απειλή;».
Α.Σ.: «Για εμάς σίγουρα δεν είναι η Ρωσία η απειλή».
Π.Τ.: «Επειδή, ειδικά όταν πρόκειται για την Τουρκία, παρατηρούμε παραδοξότητες στη διεθνή πολιτική, πρέπει να σκεφτόμαστε στη βάση ενός νέου περιβάλλοντος «ανανεωμένου κυνισμού» – κάτι που επιβάλλει και η εκλογή του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Καθώς κράτη όπως η Τουρκία, που διαθέτουν επιχειρήματα για το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε την απειλή της Ρωσίας, και με την αποχώρηση των ΗΠΑ, αναμένεται να μετάσχουν στον σχεδιασμό της».
Α.Σ.: «Πρέπει να διαχωρίσουμε δύο πράγματα. Το πρώτο είναι η συμμετοχή της Τουρκίας μέσω ευρωπαϊκών βιομηχανιών, όπως έκανε στην Ιταλία, όπου είτε αγόρασε ευρωπαϊκές βιομηχανίες είτε συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιό τους. Από αυτό δεν μπορείς να την κόψεις την Τουρκία. Και το δεύτερο είναι η άμεση συμμετοχή των τουρκικών βιομηχανιών στο «ReArm Europe»».
Π.Τ.: «Αυτό απαιτεί διευκρίνιση. Δεν είναι σαφής η συμμετοχή τρίτων χωρών στα 150 δισ. ευρώ του SAFE (Security Action for Europe), τα οποία θα διατεθούν ως δάνεια στα κράτη-μέλη προκειμένου να ενισχύσουν τις αμυντικές τους ικανότητες μέσω κοινών προμηθειών. Παρότι έχει ειπωθεί ότι θα μετάσχουν κατά 35% τρίτα κράτη και κατά το υπόλοιπο 65% κράτη-μέλη, τα πράγματα δεν είναι τόσο σαφή και καθαρά. Υπάρχει η Γαλλία, η οποία έχει αμυντικές δυνατότητες και η οποία φρόντισε να περάσει ότι αυτό το 35% θα γίνει 15% για να διασφαλίσει τις δικές της βιομηχανίες σε σχέση με συμπαραγωγές που πιθανώς θα υπάρξουν με άλλα κράτη-μέλη. Αλλά υπάρχουν και τα κράτη-μέλη με ανεπτυγμένες αμυντικές βιομηχανίες, όπως η Νορβηγία, η Σουηδία και η Ισπανία, τα οποία δεν μπορούν να προχωρήσουν στο «ReArm Europe» αν δεν έχουν τη συμμετοχή τρίτων χωρών κατά 35%».
Α.Σ.: «Η Γερμανία λέει ότι είναι πολλά τα λεφτά, πρέπει και εγώ να έχω μερίδιο σε αυτή την ιστορία. Κάθε χώρα κοιτάζει να δει πώς θα διασφαλίσει τη δική της μερίδα από την πίτα. Για την Ελλάδα το ζητούμενο, Παναγιώτη, είναι να αποκτήσει αμυντική βιομηχανία».
Π.Τ.: «Δεν νομίζω ότι με το σημερινό status των πραγμάτων έχει τις δυνατότητες η ελληνική αμυντική βιομηχανία να μετάσχει στο «ReArm Europe»».
Α.Σ.: «Είμαστε στα σπάργανα. Εχουμε εισέλθει σε μια διαδικασία για να δημιουργήσουμε μια αμυντική βιομηχανία. Θεωρητικώς το «ReArm Europe» σου δίνει τη δυνατότητα να εκμεταλλευτείς την ευκαιρία να στήσεις μια αμυντική βιομηχανία. Και δη σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, που ήδη ξοδεύει πολύ περισσότερα λεφτά από τον μέσο όρο λόγω της τουρκικής απειλής».
Π.Τ.: «Κρίσιμο ερώτημα είναι και το κατά πόσο μπορούμε να θέσουμε όρους για τη συμμετοχή της Τουρκίας στο «ReArm Europe». Παραμένει ανοικτό επίσης το πώς θα αποφασίσει η Ευρώπη για τη συμμετοχή της Τουρκίας. Με ειδική πλειοψηφία ή με βέτο;».
Α.Σ.: «Φαίνεται να καταλήγουμε στην ειδική πλειοψηφία. Εάν πάντως δούμε ότι είναι μοιραίο να συμμετάσχει στην ευρωπαϊκή αμυντική αρχιτεκτονική η Τουρκία, πρέπει να διαπραγματευτούμε τους όρους με τους οποίους θα συμβεί, κατά τρόπο ευνοϊκό για εμάς. Εφόσον η Τουρκία συμμετάσχει, μαζί με τη Νορβηγία και τη Βρετανία – αυτό δείχνει ότι θα είναι το μοντέλο –, η Αθήνα θα πρέπει να θέσει όρους αναφορικά, πρώτον, με την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου και, δεύτερον, με το casus belli. Το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης θα το βρούμε μπροστά μας».
Π.Τ.: «Θα πρότεινα μια διαφορετική προσέγγιση. Αντί να απευθυνθούμε στην Τουρκία, να απευθυνθούμε στους ευρωπαίους εταίρους μας προκειμένου να διασφαλίσουμε την αυτόματη και άμεση ενεργοποίηση της ρήτρας αμοιβαίας συνδρομής του άρθρου 42.7 της Συνθήκης της Λισαβόνας σε περίπτωση εξωτερικής επιθετικότητας. Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι βαλτικές χώρες και η Πολωνία, όπως προείπα, αντιλαμβάνονται τι σημαίνει εξωτερική επιθετικότητα. Αυτό σημαίνει ότι όπως είναι αυτονόητη η προστασία των βόρειων και ανατολικών συνόρων της Ευρώπης, το ίδιο αυτονόητη είναι και η προστασία των νότιων συνόρων της Ευρώπης. Με απλά λόγια, «ναι» στη συμμετοχή της Τουρκίας στον εξοπλισμό της Ευρώπης, αλλά με εγγυημένα από την Ευρώπη τα ελληνικά-ευρωπαϊκά σύνορα».
Α.Σ.: «Το «ReArm Europe» προσπαθεί, ει δυνατόν, να αποτρέψει τη συμπερίληψη των ΗΠΑ στις αμυντικές βιομηχανίες των τρίτων χωρών. Οι δε ΗΠΑ, που γνωρίζουν ότι η Ευρώπη δεν είναι έτοιμη αμυντικά, σε περίπτωση που αποσυρθούν, την πιέζουν να αυξήσει το ποσοστό του ΑΕΠ της για την άμυνα προκειμένου να πάρει τμήμα των χρημάτων που θα κατευθυνθούν σε αυτή και αμερικανικές αμυντικές βιομηχανίες».
Π.Τ.: «Η ΕΕ δεν είναι σε θέση να καλύψει το κενό της αποχώρησης της Αμερικής, τουλάχιστον τα επόμενα τέσσερα ή πέντε χρόνια. Ηδη πάντως βλέπουμε να λαμβάνει μέτρα που απαγορεύουν τη συμμετοχή των ΗΠΑ στο «ReArm Europe». Και ο λιθουανός επίτροπος για θέματα Αμυνας Αντριους Κουμπίλιους, ερωτηθείς σε συνέδριο στο Παρίσι, απάντησε ότι η ΕΕ στο μεσοδιάστημα της αποχώρησης των ΗΠΑ από την Ευρώπη θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της».
Α.Σ.: «Οταν ανέλαβε επίτροπος ο Κουμπίλιους, το 2024, οι «New York Times» έγραψαν «ο βασιλιάς της άμυνας της Ευρώπης δεν έχει βασίλειο». Το 10ήμερο – μετά το επεισόδιο μεταξύ Τραμπ και Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο – που οι ΗΠΑ σταμάτησαν να βοηθούν την Ουκρανία στην παροχή πληροφοριών και νέου αμυντικού υλικού οι Ρώσοι συνέτριψαν τους Ουκρανούς».
Π.Τ.: «Η απάντηση στη σταδιακή αποχώρηση των ΗΠΑ από την Ουκρανία είναι η συνεργασία των τριών ή τεσσάρων κρατών του συνασπισμού των προθύμων με τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Πολωνία και κυρίως τη Μεγάλη Βρετανία, που θα συνεργαστούν και με τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που θα ακολουθήσουν τις αποφάσεις των θεσμών της ΕΕ. Αυτό το σχήμα από πλευράς ΕΕ έχουμε στα χέρια μας σήμερα. Δεν έχουμε κάτι καλύτερο».
Α.Σ.: «Η διαδικασία θωράκισής μας μέσω του «ReArm Europe» θα χρειαστεί τουλάχιστον μία δεκαετία, ενώ υπάρχει μια συζήτηση για τις περικοπές που τυχόν θα επιφέρει σε άλλους τομείς. Η αμυντική βιομηχανία δύναται να κινητοποιήσει δυνάμεις. Είναι γεγονός ότι αν κάτι αγοράζει ο κόσμος, ασχέτως τιμών, είναι όπλα. Απαιτεί όμως μία εντελώς διαφορετική αντίληψη από την Ευρώπη που χτίστηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Π.Τ.: «Εχει εκδηλωθεί η ανησυχία ότι τα κοινά ευρωπαϊκά βήματα στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας γίνονται ερήμην των κοινωνιών της Ευρώπης. Οι θεσμοί δεν πρέπει να κάνουν μισή δουλειά. Θα πρέπει να φροντίσουν να αποκτήσει και κοινωνικά ερείσματα η πολιτική βούληση να διατεθούν 150 δισ. από τη μία, 200-600 δισ. από την άλλη για την κοινή άμυνα».
Α.Σ.: «Δεν θεωρώ τυχαίο το ότι η Κομισιόν και ευρωπαϊκά κράτη εισηγούνται το κιτ επιβιώσεως στους ευρωπαίους πολίτες. Πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία λέγαμε ότι οποιοσδήποτε πόλεμος μπορεί να κρατήσει πέντε, δέκα, δεκαπέντε ημέρες. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει κλείσει τρία χρόνια και συνεχίζει. Η προετοιμασία του εν λόγω κιτ δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα, εκτός αν πρόκειται για σεισμό ή για κάποια φυσική καταστροφή. Αυτή η πρωτοβουλία, επομένως, εκτιμώ, έγινε για να προετοιμάσουν την κοινή γνώμη για το «ReArm Europe». Το Μεταναστευτικό η κοινή γνώμη το αντιλαμβάνεται. Το «ReArm Europe» δεν είμαι σίγουρος κατά πόσο το αντιλαμβάνονται οι ευρωπαϊκές κοινωνίες. Γνωρίζουμε πώς «κοκαλώνει» η ΕΕ όταν οι αγρότες κλείνουν τους δρόμους στη Γαλλία και το Βέλγιο. Το λέω αυτό διότι είναι πολύ πιθανόν τα χρήματα για την άμυνα να περικοπούν από τις αγροτικές πολιτικές – δεν είμαι σίγουρος ότι θα κοπούν από το κοινωνικό κράτος. Διαβλέπω οι αντιδράσεις που θα υπάρξουν να είναι αρκετά έντονες και δεν είμαι σίγουρος πώς η ΕΕ μπορεί να τις αντιμετωπίσει».
Π.Τ.: «Η απόφαση για τόσο μεγάλες στρατιωτικές δαπάνες και η συνεπαγόμενη πίεση που θα δεχθεί το κεκτημένο του κοινωνικού κράτους θα έπρεπε προηγουμένως να τύχει της αποδοχής και της δημοκρατικής νομιμοποίησης των ευρωπαίων πολιτών. Είναι επίσης προφανές ότι το έλλειμμα αυτό δεν θα μείνει ανεκμετάλλευτο από λαϊκιστικές και ακροδεξιές δυνάμεις στην Ευρώπη. Από την άλλη, το «ReArm» είναι οικονομικά βιώσιμο, αλλά θα είναι περισσότερο οικονομικά ωφέλιμο για τις χώρες με ανεπτυγμένη αμυντική βιομηχανία. Ειδικά η Ελλάδα είναι απολύτως απαραίτητο, προκειμένου να εξισορροπήσει τις πρόσθετες οικονομικές επιβαρύνσεις που συνεπάγεται το πρόγραμμα, να οργανώσει την αμυντική βιομηχανία της στην κατεύθυνση της κλιμακωτής αύξησης της εγχώριας παραγωγής και, κυρίως, της συμμετοχής σε διεθνείς συμπαραγωγές».
Α.Σ.: «Εχει τεθεί από κάποιους και το ζήτημα της δημοκρατικής εποπτείας».
Π.Τ.: «Θα προτιμούσα τον όρο «δημοκρατική νομιμοποίηση». Είναι πράγματι ιδιαίτερα κρίσιμο ζήτημα και δυστυχώς η ΕΕ δεν έχει φροντίσει για την εγγύησή του. Πάρα ταύτα, πρέπει να καταστεί σαφής η αναγκαιότητα του «ReArm Europe», αν και θα πρέπει να οριστεί με πληρέστερο τρόπο. Αύριο δεν θα είναι η Ρωσία η απειλή. Αν λοιπόν η ρωσική απειλή πάψει να υπάρχει, τα άλλα προβλήματα, θα επιμείνω σε αυτό, που έχουν να κάνουν με τις υπόλοιπες απειλές ασφαλείας είναι εδώ για να μείνουν. Εν κατακλείδι, το ζητούμενο για την Ευρώπη είναι πώς μπορεί να αναπτύξει μια στρατηγική για το μέλλον χωρίς τις ΗΠΑ ή με μια σταδιακή, ενδεχομένως, αποχώρησή τους ή με διαταραγμένη τη διατλαντική σχέση. Λαμβάνοντας υπόψη τα μέσα που έχει στη διάθεσή της, εκτιμώ ότι η ΕΕ δεν πρέπει να αποκλείει, αντιθέτως πρέπει να επιδιώξει να παραμείνουν οι ΗΠΑ στο παιχνίδι. Φυσικά όχι με τους όρους που θα επιβάλει ο Τραμπ».
Ο κ. Αγγελος Μ. Συρίγος είναι καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και βουλευτής
Α’ Αθηνών της ΝΔ.
Ο κ. Παναγιώτης Ι. Τσάκωνας είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Σπουδών Ασφαλείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και επικεφαλής του προγράμματος Ασφάλειας και Εξωτερικής Πολιτικής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
Τη συζήτηση συντόνισε και επιμελήθηκε η Ιωάννα Κλεφτόγιαννη.
Πηγή: To Vima