Το Ανώτατο Δικαστήριο ανέβασε από το 50%, στο 75% την ευθύνη της εργοδότριας οικογενειακής εταιρείας για ατύχημα με σκαλωσιές για χρήση ελαιοχρωματισμών
Το Ανώτατο Δικαστήριο αύξησε το ποσοστό ευθύνης εργοδότριας εταιρείας από 50% σε 75% για εργατικό ατύχημα ελαιοχρωματιστή στη Λάρνακα, με αποτέλεσμα να αυξηθούν και οι αποζημιώσεις που θα λάβει ο εργαζόμενος. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της υπόθεσης είναι, ότι ο παραπονούμενος είναι γιος του ιδιοκτήτη της εταιρείας, ο οποίος συμμετείχε στην οικογενειακή επιχείρηση!
Το ατύχημα σημειώθηκε το 2010 (15 χρόνια πριν!), κατά τη φόρτωση σκαλωσιών σε ημιφορτηγό, όταν σχοινί που χρησιμοποιούσε ο εργαζόμενος κόπηκε, με συνέπεια να πέσει από ύψος περίπου δύο μέτρων και να υποστεί κάταγμα στη σπονδυλική στήλη.
Παράλληλα, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι ο τραυματισμός ήταν μετρίου βαθμού, χωρίς μόνιμα λειτουργικά κατάλοιπα και, ως εκ τούτου, δεν δικαιολογείται αποζημίωση για μελλοντική απώλεια εισοδήματος.
Ατύχημα και δικαστική διαμάχη
Ο Α.Α., ελαιοχρωματιστής στο επάγγελμα, εργαζόταν το 2010 για εταιρεία που ήταν οικογενειακή επιχείρηση με δραστηριότητα τα μπογιατίσματα. Στις 27 Ιουλίου 2010, μετά την ολοκλήρωση εργασιών σε οικία στη Λάρνακα, ο εργαζόμενος μαζί με ακόμη ένα άτομο άρχισαν να μαζεύουν τις σκαλωσιές και να τις φορτώνουν στο διπλοκάμπινο όχημα της εταιρείας.
Επειδή το συνολικό ύψος των σκαλωσιών ξεπερνούσε το ύψος της πλατφόρμας μεταφοράς του ημιφορτηγού, χρησιμοποιήθηκε σχοινί τύπου «σαμπάνι» σε σχήμα χιαστί για τη στερέωση. Κατά τη διαδικασία δεσίματος, ενώ ο Α.Α. βρισκόταν πάνω στο όχημα σε ύψος περίπου δύο μέτρων, το σχοινί κόπηκε και ο ίδιος βρέθηκε στο έδαφος, με αποτέλεσμα κάταγμα στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης.
Ο εργαζόμενος υποστήριξε ότι το ατύχημα οφειλόταν σε αμέλεια της εργοδότριας εταιρείας, η οποία δεν του παρείχε ασφαλή εξοπλισμό ούτε κατάλληλο σύστημα φόρτωσης και μεταφοράς των σκαλωσιών. Ζήτησε γενικές αποζημιώσεις για πόνο, ταλαιπωρία και μόνιμη μείωση της επαγγελματικής του ικανότητας, καθώς και ειδικές αποζημιώσεις για απώλεια εισοδήματος, ιατρικά και άλλα έξοδα, συνολικού ύψους €14.733.
Η εργοδότριαεταιρεία, στην υπεράσπισή της, προχώρησε σε μια ιδιαίτερα σκληρή γραμμή. Ισχυρίστηκε ότι το ατύχημα ουδέποτε συνέβη και ότι πρόκειται για σκηνοθετημένη απάτη με σκοπό την άντληση ασφαλιστικού οφέλους. Εναλλακτικά, υποστήριξε ότι, ακόμη κι αν υπήρξε ατύχημα, αυτό οφειλόταν σε αποκλειστική ή συντρέχουσα αμέλεια του ίδιου του εργαζόμενου, ο οποίος ήταν υπεύθυνος και για θέματα ασφάλειας και δεν έλεγξε τον εξοπλισμό, ούτε τήρησε βασικά μέτρα αυτοπροστασίας.
Πρωτόδικη απόφαση για 50%-50% ευθύνη
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, με απόφασή του ημερομηνίας 7 Νοεμβρίου 2015, απέρριψε πρώτα την προδικαστική ένσταση της εταιρείας ότι η αγωγή στρεφόταν κατά «ανύπαρκτης νομικής οντότητας» και δέχθηκε ότι η εταιρεία είχε υπόσταση. Στη συνέχεια, εξέτασε τις συνθήκες του ατυχήματος και την ιατρική εικόνα του τραυματισμού.
Δύο ορθοπεδικοί γιατροί έδωσαν αντίθετες εκτιμήσεις. Ο ένας (ιδιώτης) μίλησε αρχικά για βαρύ και όχι απλό τραυματισμό, ενώ ο δεύτερος (ιατρός του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας) κατέταξε το κάταγμα στη μέση βαρύτητα, με χρόνο πλήρους αποκατάστασης λίγους μήνες. Το Δικαστήριο έκρινε ότι στη μαρτυρία του ιδιώτη γιατρού υπήρχαν υπερβολές και αντιφάσεις και την απέρριψε, ενώ αντιθέτως είδε τη μαρτυρία του γιατρού του νοσοκομείου και του φυσιοθεραπευτή ως ειλικρινή και αμερόληπτη.
Με βάση αυτά, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι ο εργαζόμενος υπέστη κάταγμα μετρίου βαθμού, χωρίς μόνιμα λειτουργικά κατάλοιπα, με τα συμπτώματα να υποχωρούν σε διάστημα δύο έως πέντε μηνών.
Στο επίπεδο της ευθύνης, το Επαρχιακό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, η εργοδότρια εταιρεία δεν παρείχε ασφαλές σύστημα εργασίας, αφού χρησιμοποιούσε φορτηγό με χαμηλό χώρο φόρτωσης για να μεταφέρει σκαλωσιές που ξεπερνούσαν το ύψος του, χωρίς να διασφαλίσει ότι τα σχοινιά που χρησιμοποιούνταν για τη στερέωση ήταν κατάλληλα και σε καλή κατάσταση.
Ο εργαζόμενος, όμως, ως έμπειρος ελαιοχρωματιστής, είχε και ο ίδιος υποχρέωση αυτοπροστασίας. Φόρτωσε περισσότερες σκαλωσιές από όσο επέτρεπε το ύψος του οχήματος ώστε να τις μεταφέρει σε μία διαδρομή, δεν έλεγξε τα σχοινιά πριν τα χρησιμοποιήσει και βρέθηκε ο ίδιος πάνω στο όχημα σε ύψος δύο μέτρων για το δέσιμο, υπερεκτιμώντας τις ικανότητές του.
Έτσι έκρινε ότι υπάρχει συντρέχουσα αμέλεια και από τις δύο πλευρές και καταμέρισε την ευθύνη «50%-50%». Επιδίκασε γενικές αποζημιώσεις €7.000 και ειδικές €7.305, ποσά τα οποία όμως μειώθηκαν στο μισό λόγω της συντρέχουσας αμέλειας του εργαζομένου.
Έφεση και αμφισβήτηση
Ο Α.Α. προσέφυγε στο Ανώτατο με επτά λόγους έφεσης. Μεταξύ άλλων, υποστήριξε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αδίκησε τη δική του μαρτυρία και τη μαρτυρία του ιδιώτη γιατρού και λανθασμένα του απέδωσε συντρέχουσα αμέλεια 50%. Επίσηςυποστήριξε πως οι γενικές αποζημιώσεις ήταν χαμηλές για τη βλάβη που υπέστη, ενώ οι ειδικές αποζημιώσεις δεν κάλυπταν όλες τις ζημιές.
Το Δικαστήριο κατά την άποψη του Α.Α έπρεπε να του αναγνωρίσει και αποζημίωση για μελλοντική απώλεια εισοδήματος ή μειωμένη επαγγελματική ικανότητα.
Η οικογενειακή εταιρεία, αν και επανεγγράφηκε στα μητρώα του Εφόρου Εταιρειών για τις ανάγκες της διαδικασίας, δεν εμφανίστηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο και δεν εκπροσωπήθηκε κατά τη συζήτηση της έφεσης.
Τον Α.Α εκπροσώπησε ο δικηγόρος Γ. Λουκαΐδης, εκ μέρους του δικηγορικού γραφείου «Δρ. Ανδρέας Π. Ποιητής & Σία Δ.Ε.Π.Ε.», ενώ την απόφαση εξέδωσε τριμελής σύνθεση του Ανωτάτου αποτελούμενη από τους Δικαστές δικαστές Γ.Ν. Γιασεμή, Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου και Α. Δαυίδ.
Η μαρτυρία και η ευθύνη
Το Ανώτατο Δικαστήριο ξεκαθάρισε εξαρχής ότι δεν παρεμβαίνει εύκολα σε ευρήματα αξιοπιστίας πρωτόδικου Δικαστηρίου, παρά μόνο αν τα ευρήματα είναι ανυπόστατα, παράλογα ή σε ευθεία αντίθεση με τη μαρτυρία. Εξέτασε αναλυτικά την αξιολόγηση της μαρτυρίας από το Επαρχιακό Δικαστήριο και έκρινε ότι η απόρριψη της «υπερβολικής» εκδοχής του ιδιώτη γιατρού ήταν αιτιολογημένη και η αποδοχή της μαρτυρίας του γιατρού του Νοσοκομείου Λάρνακας και του φυσιοθεραπευτή ήταν πλήρως δικαιολογημένη.
Επίσης η εκδοχή του Α.Α για την ένταση και τη διάρκεια των πόνων του δεν ταίριαζε με την υπόλοιπη αξιόπιστη μαρτυρία, ούτε με το ιστορικό προϋπάρχουσας δισκοπάθειας.
Κατά συνέπεια, οι πρώτοι δύο λόγοι έφεσης, που στόχευαν στην ανατροπή της αξιολόγησης της μαρτυρίας, απορρίφθηκαν.
Στο θέμα της συντρέχουσας αμέλειας, το Ανώτατο επανέλαβε ότι πρόκειται για πραγματικό ζήτημα που συνδέεται με το καθήκον αυτοπροστασίας του εργοδοτούμενου. Αν και δέχθηκε ότι ο Α.Α. όφειλε να επιδείξει μεγαλύτερη προσοχή, ως έμπειρος τεχνίτης που γνώριζε τον κίνδυνο, έκρινε ότι η πρωτόδικη κατανομή 50% – 50%, ήταν υπερβολική και στην πράξη μετέθετε πολύ μεγάλο βάρος ευθύνης στον εργαζόμενο.
Υπενθύμισε ότι στην προκειμένη περίπτωση η εταιρεία δεν παρείχε ασφαλές σύστημα εργασίας ούτε ασφαλή εξοπλισμό, καθώς χρησιμοποίησε φορτηγό ακατάλληλο για το ύψος του φορτίου και δεν διασφάλισε την ποιότητα των σχοινιών. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ο εργοδότης παραμένει ο κύριος υπεύθυνος για την οργάνωση της ασφαλούς εργασίας.
Γι’ αυτό, το Ανώτατο δέχθηκε τον τέταρτο λόγο έφεσης και ανακατένειμε την ευθύνη ως εξής: 75% ευθύνη στην εργοδότρια εταιρεία και 25% συντρέχουσα αμέλεια στον εργαζόμενο.
Άλλαξαν οι αποζημιώσεις
Εφόσον αυξήθηκε το ποσοστό ευθύνης της εργοδότριας εταιρείας, το Ανώτατο αναπροσάρμοσε ανάλογα τα ποσά που θα λάβει τελικώς ο Α.Α.
Χωρίς να επέμβει στον αρχικό καθορισμό των ποσών ως τέτοιων (€7.000 γενικές και €7.305 ειδικές αποζημιώσεις), έκρινε ότι αυτά δεν είναι «έκδηλα ανεπαρκή» και ότι στηρίζονται στη νομολογία και τα πραγματικά δεδομένα της υπόθεσης. Απλώς προσαρμόστηκε η αναλογία ευθύνης.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν να επιδικαστούν Γενικές Αποζημιώσεις €5.250 (75% των €7.000), με νόμιμο τόκο από 27.07.2010 και €5.478,75(75% των €7.305) Ειδικές Αποζημιώσεις, με νόμιμο τόκο από 19.05.2011.
Όλοι οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης απορρίφθηκαν, περιλαμβανομένου του αιτήματος για αναγνώριση αποζημίωσης λόγω μειωμένης εισοδηματικής ικανότητας ή απώλειας μελλοντικών απολαβών. Το Ανώτατο υιοθέτησε την κρίση ότι, μετά το διάστημα που απαιτήθηκε για να υποχωρήσουν τα συμπτώματα του τραυματισμού, τυχόν περαιτέρω δυσκολίες του εργαζόμενου στη δουλειά συνδέονται με την προϋπάρχουσα δισκοπάθεια και όχι με το συγκεκριμένο ατύχημα.
Τέλος, επιδικάστηκαν υπέρ του Α.Α τα δικαστικά έξοδα έφεσης ύψους €2.000 συν ΦΠΑ.
Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες
Η συγκεκριμένη απόφαση κινήθηκε στην αναγκαιότητα τήρησης μιας ευαίσθητης ισορροπίας. Από τη μια, κανένα Δικαστήριο δεν «αθωώνει» πλήρως έναν έμπειρο εργαζόμενο που αδιαφορεί για στοιχειώδη μέτρα ασφαλείας και από την άλλη, δεν μπορεί η θεωρία της συντρέχουσας αμέλειας να μετατρέπεται σε εργαλείο που μειώνει υπέρμετρα την ευθύνη του εργοδότη, ιδίως όταν το σύστημα εργασίας που ο ίδιος οργανώνει είναι εξ αρχής επισφαλές.
Ειδικά σε οικογενειακές επιχειρήσεις, όπου ο πατέρας είναι διευθυντής και ο γιος εργοδοτούμενος, οι ρόλοι συχνά μπερδεύονται. Το Ανώτατο Δικαστήριο υπενθυμίζει, εμμέσως αλλά καθαρά, ότι η νομική ευθύνη δεν «μένει στο σπίτι» και «μεταξύ μας». Ο εργοδότης παραμένει εργοδότης και έχει πρώτο λόγο στην υποχρέωση να στείλει τον εργαζόμενο στη δουλειά, έστω και αν είναι γιος του, και να τον φέρει πίσω αρτιμελή.
Το άρθρο Δικαστικό κυνηγητό γιου κατά του πατέρα του, για εργατικό ατύχημα σε οικογενειακή επιχείρηση, από το 2010! εμφανίστηκε πρώτα στο Cyprus Times.
Πηγή: Cyprus Times